
Ο συγγραφέας έχει τον τρόπο να παρασέρνει το κοινό του σε μονοπάτια κάθε φορά διαφορετικά, με μία γλώσσα καθηλωτική και ζωντανή εξουσιάζει τον αναγνώστη και τον αγκαλιάζει στην ιστορία σαν ο ίδιος να είναι παρατηρητής και συνοδοιπόρος. Ένας ναυτικός και μια πόρνη αφηγούνται ιστορίες από τις ζωές τους. Ο προβολέας του Γιάννη Μακριδάκη τούς φωτίζει εναλλάξ. Η Λόλα βρέθηκε να δουλεύει στην Ντάπια των Χανίων από τη δεκαετία του ’60 έως και τη δεκαετία του ’80. Ο Γιώργης ταξίδευε το ίδιο διάστημα από την Ιαπωνία μέχρι τη Βραζιλία και είχε περιστασιακές σχέσεις με πόρνες. Οι δυο τους εξιστορούν φουρτούνες και απαγωγές, αρραβώνες και βαφτίσια, αυτοκτονίες και έρωτες. Μέσα από τις αφηγήσεις τους διαφαίνεται μια ολόκληρη εποχή, αλλά κυρίως η κανονικότητα της ζωής στα βαπόρια, στα λιμάνια και στα «σπίτια».