Επειδή βλέπω διάθεση συζήτησης και σχολιασμού επί της κριτικής που άσκησε η Μάρη Θεοδοσοπούλου στο βιβλίο μου επανέρχομαι για δυο τρεις παρατηρήσεις.
Πρώτη ο τίτλος. Ειρωνικός όπως αποδεικνύεται από το περιεχόμενο του κειμένου της, όπου απαξιώνει εμφανώς ένα σημαντικό και ολοένα πιο δυναμικό τμήμα της “πολιτισμένης” ανθρωπότητας οι οποίοι για λόγους ηθικούς, ιατρικούς, φιλοσοφικούς κ.α. απέχουν από τα προϊόντα ζωικής προέλευσης στη διατροφή τους, καταλήγει δε να ειρωνεύεται την προσωπική μου στάση αφού αποφαίνεται ότι το βιβλίο είναι αυτοβιογραφικό.
Δεύτερη παρατήρηση ότι τα πραγματολογικά στοιχεία τα οποία παραθέτει και είναι άλλα αντί άλλων αφού είναι ανυπόστατα και βέβαια δεν έχουν καμία απολύτως σχέση ούτε με την φυσική καλλιέργεια, ούτε με το βιβλίο. Η μόνη της κριτική ματιά επί του βιβλίου είναι το σημείο όπου επιχειρεί να τεκμηριώσει ότι μπάζει ως μυθοπλασία, γράφοντας τα εξής: “Πλάθει, όμως, έναν ήρωα, που τιμά τους αρχέγονους τρόπους αντιμετώπισης του ζωικού και φυτικού σύμπαντος. Οπότε, θα αναμενόταν να σέβεται τα ιερά και όσια μίας αρχέγονης κοινωνίας. Όπου, υπεράνω πάντων τοποθετείται η μνήμη των νεκρών, ο τάφος και ο ιερός τόπος αναπαύσεώς τους, το νεκροταφείο. Η βεβήλωσή τους είθισται να αποδίδεται σε σατανιστές και λοιπούς μιαρούς…”. Ο φυσικός καλλιεργητής όμως αμφισβητεί εκ βάθρων τις αρχέγονες ανθρώπινες πρακτικές έναντι της γης και της φύσης καθώς και τις κοινωνικές συμπεριφορές, τα ιερά και τα όσια που έχουν προκύψει με τα χρόνια απ’ αυτές, υιοθετεί δε άλλου είδους συμπεριφορά και γενικώς δεν πρεσβεύει την επιστροφή στο παρελθόν και σε μια κοινωνία και ένα συμπεριφορικό μοντέλο από το οποίο οδηγηθήκαμε μέχρις εδώ ως ανθρωπότητα αλλά πρεσβεύει την αλλαγή πορείας και θεώρησης. Προφανώς η κυρία Θεοδοσοπούλου, έπεσε θύμα των λανθασμένων πραγματολογικών στοιχείων τα οποία παραθέτει, οπότε αυτό δεν μπόρεσε να το κατανοήσει ούτε να το νιώσει.
Τέλος, η τρίτη μου παρατήρηση αφορά στην καταληκτική ειρωνεία της περί τελειωμένων με τη λογοτεχνία. Στάση και συμπεριφορά που μπορεί να χαρακτηριστεί ως απόλυτο παρελκόμενο σκατοφαγίας, όξινης ζωής εν μέσω αφύσικων απορριμμάτων και υπό συνθήκες και περιβάλλοντα μη φυσικά. Δεν μπόρεσε να κρύψει η κυρία Θεοδοσοπούλου την επιθυμία της να με κατατάξει στους τελειωμένους με τη λογοτεχνία, ίσως για να της αδειάσω τη γωνιά και να απομείνουν μόνον οι εκλεκτοί της στο προσκήνιο αλλά και στην αγορά. Αλλιώς δεν εξηγείται ότι θα ήθελε το βιβλίο μου εκτός εμπορίου… Προφανώς εννοεί ότι ένα βιβλίο που εκδίδεται εκτός εμπορίου δεν αποτελεί λογοτέχνημα ή δεν εμπίπτει στα ενδιαφέροντά της προς κρίση και κριτική μιας και δεν έχει αξία χρηματική ούτε διεκδικεί μερίδιο της πίτας. Άξιος ο μισθός της σε αριστερή εφημερίδα και με αριστερή κυβέρνηση…
ΥΓ
Άλλο κριτική και άλλο χολή και έκφραση προσωπικών πόθων. Ως συγγραφέας έχω δεχτεί και έχω αποδεχτεί πολλές κριτικές, κάποιες δε από αυτές με προχώρησαν παρακάτω και είμαι ευγνώμων στους ανθρώπους που τις έκαναν. Δεν πρόκειται όμως να ανεχτώ και να αφήνω ασχολίαστα τέτοιου είδους κείμενα.Το αν έχω τελειώσει με τη λογοτεχνία θα το πουν οι αναγνώστες μου και θα το αποδείξει η Ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας και όχι προφανώς η κάθε τελειωμένη “κριτικός”